Kεφάλαια
1 · 2 · 3 · 4 · 5 · 6 · 7 · 8 · 9 · 10 · 11 · 12 · 13 · 14
Ζαχαρίας Κεφ. 7
1 ΚΑΙ κατά τον τέταρτο χρόνο τού βασιλιά Δαρείου, έγινε λόγος τού Κυρίου στον Ζαχαρία, την τέταρτη [ημέρα] τού ένατου μήνα, του Χισλεύ·
2 και έστειλαν στον οίκο τού Κυρίου τον Σαρεσέρ, και τον Ρεγέμ-μέλεχ, και τους ανθρώπους τους, για να εξιλεώσουν το πρόσωπο του Κυρίου·
3 να μιλήσουν στους ιερείς, που ήσαν στον οίκο τού Κυρίου των δυνάμεων, και στους προφήτες, λέγοντας: Να κλάψω στον πέμπτο μήνα, έχοντας αποτραβηχτεί, όπως έκανα τόσα πολλά χρόνια;
4 Και μου έγινε λόγος τού Κυρίου των δυνάμεων, λέγοντας:
5 Μίλησε σε ολόκληρο τον λαό τής γης, και στους ιερείς, λέγοντας: Όταν νηστεύατε και πενθούσατε τον πέμπτο [μήνα] και τον έβδομο μήνα εκείνα τα 70 χρόνια, νηστεύατε πραγματικά για μένα; Για μένα;
6 Και όταν τρώγατε, και όταν πίνατε, δεν τρώγατε και πίνατε για τον εαυτό σας;
7 Δεν [είναι αυτά] τα λόγια, που ο Κύριος μίλησε με τους προηγούμενους προφήτες, όταν η Ιερουσαλήμ ήταν κατοικημένη και σε ευημερία, και οι πόλεις της ολόγυρα σ’ αυτή, όταν ήταν κατοικημένο το μεσημβρινό και το πεδινό [μέρος];
8 Και έγινε λόγος τού Κυρίου στον Ζαχαρία, λέγοντας:
9 Έτσι λέει ο Κύριος των δυνάμεων, λέγοντας: Να κρίνετε κρίση αλήθειας, και να κάνετε έλεος και οικτιρμό, κάθε ένας στον αδελφό του·
10 και μη καταδυναστεύετε τη χήρα, και τον ορφανό, και τον ξένο, και τον πένητα· και κανένας από σας ας μη σκέφτεται κακό μέσα στην καρδιά του ενάντια στον αδελφό του.
11 Αλλά, αρνήθηκαν να προσέξουν, και έστρεψαν απειθή νώτα, και βάρυναν τα αυτιά τους για να μη ακούσουν.
12 Ναι, αυτοί έκαναν τις καρδιές τους σαν [το] διαμάντι, ώστε να μη ακούσουν τον νόμο, και τα λόγια, που ο Κύριος των δυνάμεων έστειλε με το δικό του πνεύμα, διαμέσου των προηγούμενων προφητών· γι’ αυτό, μεγάλη οργή ήρθε από τον Κύριο των δυνάμεων.
13 Γι’ αυτό, όπως αυτός είχε κράξει, κι αυτοί δεν άκουγαν, έτσι κι αυτοί έκραξαν, κι εγώ δεν εισάκουγα, λέει ο Κύριος των δυνάμεων·
14 αλλά, τους διασκόρπισα σαν με ανεμοστρόβιλο σε όλα τα έθνη, που δεν [τα] γνώριζαν. Και ο τόπος πίσω τους ερημώθηκε, ώστε δεν υπήρχε αυτός που διάβαινε ούτε αυτός που επέστρεφε· και έβαλαν την επιθυμητή γη σε ερήμωση.