Kεφάλαια

1 · 2 · 3 · 4 · 5

Α΄ Θεσσαλονικείς Κεφ. 2

1 Επειδή, εσείς ξέρετε, αδελφοί, την είσοδό μας προς εσάς, ότι δεν έγινε μάταιη·

2 αλλά, και ενώ προηγουμένως πάθαμε και υποφέραμε ύβρεις στους Φιλίππους, όπως ξέρετε, πήραμε θάρρος στον Θεό μας να μιλήσουμε σε σας το ευαγγέλιο του Θεού με πολύν αγώνα.

3 Επειδή, η προτροπή μας δεν ήταν από πλάνη ούτε από ακαθαρσία ούτε με δόλο·

4 αλλά, καθώς δοκιμαστήκαμε από τον Θεό για να μας εμπιστευθεί το ευαγγέλιο, έτσι μιλάμε, όχι σαν τέτοιοι που αρέσουν σε ανθρώπους, αλλά στον Θεό, που δοκιμάζει τις καρδιές μας.

5 Επειδή, ούτε λόγο κολακείας μεταχειριστήκαμε ποτέ, καθώς ξέρετε, ούτε πρόφαση πλεονεξίας· ο Θεός είναι μάρτυρας.

6 Ούτε ζητήσαμε δόξα από ανθρώπους, ούτε από σας ούτε από άλλους, [παρόλο] που μπορούσαμε να δίνουμε βάρος ως απόστολοι του Χριστού·

7 αλλά, σταθήκαμε γλυκείς ανάμεσά σας· όπως η τροφός περιθάλπει τα δικά της παιδιά·

8 έτσι, έχοντας ένθερμη αγάπη προς εσάς, έχουμε ευχαρίστηση να μεταδώσουμε όχι μονάχα το ευαγγέλιο του Θεού, αλλά και τις ψυχές μας, για τον λόγο ότι σταθήκατε αγαπητοί σε μας.

9 Επειδή, θυμάστε, αδελφοί, τον κόπο μας και τον μόχθο· δεδομένου ότι, νύχτα και ημέρα εργαζόμενοι, για να μη επιβαρύνουμε κάποιον από σας, σας κηρύξαμε το ευαγγέλιο του Θεού.

10 Εσείς [είστε] μάρτυρες, και ο Θεός, ότι με όσιο τρόπο και δίκαιο και άμεμπτο φερθήκαμε σε σας που πιστεύετε·

11 καθώς ξέρετε, ότι κάθε έναν από σας ξεχωριστά, όπως ο πατέρας τα δικά του παιδιά, σας προτρέπαμε και παρηγορούσαμε·

12 και διαμαρτυρόμασταν να περπατήσετε αντάξια του Θεού, που μας προσκαλεί στη δική του βασιλεία και δόξα.

13 Γι’ αυτό κι εμείς ευχαριστούμε αδιάκοπα τον Θεό ότι, όταν παραλάβατε τον λόγο τού Θεού, που ακούσατε από μας, [τον] δεχθήκατε όχι [ως] λόγον ανθρώπων, αλλά, (όπως, αληθινά, είναι), ως λόγον Θεού, ο οποίος και ενεργείται ανάμεσα σε σας που πιστεύετε.

14 Επειδή, εσείς, αδελφοί, γίνατε μιμητές των εκκλησιών τού Θεού, που είναι στην Ιουδαία, εν Χριστώ Ιησού, δεδομένου ότι, κι εσείς πάθατε τα ίδια από τους δικούς σας ομοεθνείς, όπως κι αυτοί από τους Ιουδαίους·

15 οι οποίοι και τον Κύριο Ιησού θανάτωσαν και τους δικούς τους προφήτες, κι εμάς έθεσαν υπό διωγμό, και στον Θεό δεν αρέσουν, και σε όλους τούς ανθρώπους είναι ενάντιοι·

16 οι οποίοι μάς εμποδίζουν να μιλήσουμε προς τα έθνη για να σωθούν, για να αναπληρώσουν τις δικές τους αμαρτίες πάντοτε· έφτασε, όμως, επάνω τους η οργή σε τέλειο βαθμό.

17 ΕΜΕΙΣ, όμως, αδελφοί, αφού μείναμε για λίγο καιρό ορφανοί από σας, όσον αφορά την προσωπική [μας] παρουσία, όχι με την καρδιά, φροντίσαμε περισσσότερο με πολλή επιθυμία να δούμε το πρόσωπό σας.

18 Γι’ αυτό, θελήσαμε νάρθουμε σε σας (εγώ, μάλιστα, ο Παύλος) και μια και δυο φορές, αλλά μας εμπόδισε ο σατανάς.

19 Επειδή, ποια είναι η ελπίδα μας ή η χαρά ή το στεφάνι τής καύχησης, αν όχι κι εσείς μπροστά στον Κύριό μας Ιησού Χριστό κατά την παρουσία του;

20 Δεδομένου ότι, εσείς είστε η δόξα μας και η χαρά.