Ένας στους δέκα (Ελληνικοί υπότιτλοι)

Λουκάν 17:11-19

Λουκάν 17:11-19
11Και όταν αυτός πορευόταν στην Ιερουσαλήμ, περνούσε μέσα από τη Σαμάρεια, και τη Γαλιλαία.
12Και ενώ έμπαινε σε κάποια κωμόπολη, τον συνάντησαν δέκα άνθρωποι λεπροί, οι οποίοι στάθηκαν από μακριά·
13κι αυτοί ύψωσαν φωνή, λέγοντας: Ιησού, επιστάτη, ελέησέ μας.
14Και όταν τους είδε είπε: Πηγαίνετε και δείξτε τον εαυτό σας στους ιερείς. Και ενώ πορεύονταν, καθαρίστηκαν.
15Ένας, όμως, απ' αυτούς, βλέποντας ότι γιατρεύτηκε, επέστρεψε με δυνατή φωνή δοξάζοντας τον Θεό.
16Και έπεσε με το πρόσωπο στα πόδια του, ευχαριστώντας τον· κι αυτός ήταν Σαμαρείτης.
17Και ο Ιησούς, αποκρινόμενος, είπε: Δεν καθαρίστηκαν οι δέκα; Οι δε εννιά πού [είναι];
18Δεν βρέθηκαν [άλλοι] να επιστρέψουν για να δοξάσουν τον Θεό, παρά μονάχα αυτός ο αλλογενής;
19Και του είπε: Αφού σηκωθείς, πήγαινε· η πίστη σου σε έσωσε.

Σκάνδαλα κτλ. (Ελληνικοί υπότιτλοι)

Λουκάν 17:1-10

Λουκάν 17:11-19
11Και όταν αυτός πορευόταν στην Ιερουσαλήμ, περνούσε μέσα από τη Σαμάρεια, και τη Γαλιλαία.
12Και ενώ έμπαινε σε κάποια κωμόπολη, τον συνάντησαν δέκα άνθρωποι λεπροί, οι οποίοι στάθηκαν από μακριά·
13κι αυτοί ύψωσαν φωνή, λέγοντας: Ιησού, επιστάτη, ελέησέ μας.
14Και όταν τους είδε είπε: Πηγαίνετε και δείξτε τον εαυτό σας στους ιερείς. Και ενώ πορεύονταν, καθαρίστηκαν.
15Ένας, όμως, απ' αυτούς, βλέποντας ότι γιατρεύτηκε, επέστρεψε με δυνατή φωνή δοξάζοντας τον Θεό.
16Και έπεσε με το πρόσωπο στα πόδια του, ευχαριστώντας τον· κι αυτός ήταν Σαμαρείτης.
17Και ο Ιησούς, αποκρινόμενος, είπε: Δεν καθαρίστηκαν οι δέκα; Οι δε εννιά πού [είναι];
18Δεν βρέθηκαν [άλλοι] να επιστρέψουν για να δοξάσουν τον Θεό, παρά μονάχα αυτός ο αλλογενής;
19Και του είπε: Αφού σηκωθείς, πήγαινε· η πίστη σου σε έσωσε.
Λουκάν 17:1-10
1Και στους μαθητές του είπε: Είναι αδύνατον να μη έρθουν τα σκάνδαλα· όμως, αλλοίμονο σ' εκείνον, διαμέσου τού οποίου έρχονται.
2Τον συμφέρει να κρεμάσει μια μυλόπετρα γύρω από τον τράχηλό του, και να ριχτεί στη θάλασσα, παρά να σκανδαλίσει έναν από τούτους τούς μικρούς.
3Προσέχετε στον εαυτό σας. Αν αμαρτήσει δε σε σένα ο αδελφός σου, επίπληξέ τον· και αν μετανοήσει, συγχώρεσέ τον.
4Και αν επτά φορές την ημέρα αμαρτήσει σε σένα, και επτά φορές την ημέρα επιστρέψει σε σένα, λέγοντας: Μετανοώ, θα τον συγχωρήσεις.
5Και οι απόστολοι είπαν στον Κύριο: Αύξησέ μας την πίστη.
6Και ο Κύριος είπε: Εάν είχατε πίστη σαν έναν κόκκο σιναπιού, θα λέγατε σε τούτη τη συκαμινιά: Ξεριζώσου και φυτέψου στη θάλασσα· και θα σας υπάκουε.
7Και ποιος από σας έχοντας έναν δούλο που οργώνει ή ποιμαίνει, αμέσως μόλις έρθει από το χωράφι, θα του πει: Πήγαινε, κάθησε να φας;
8Και δεν θα του πει: Ετοίμασε τι θα δειπνήσω, και αφού περιζωστείς, να με υπηρετείς, μέχρις ότου φάω και πιω, και ύστερα απ' αυτά θα φας και θα πιεις κι εσύ;
9Μήπως γνωρίζει χάρη σ' εκείνον τον δούλο, επειδή έκανε όλα όσα διατάχθηκαν σ' αυτόν; Δεν μου φαίνεται.
10Έτσι κι εσείς, όταν κάνετε όλα όσα σάς έχουν διαταχθεί, να λέτε: Είμαστε αχρείοι δούλοι· επειδή, κάναμε ό,τι χρωστούσαμε να κάνουμε.

Ξυπνώντας στην κόλαση (Ελληνικοί υπότιτλοι)

Λουκάν 16:19-31

Λουκάν 17:11-19
11Και όταν αυτός πορευόταν στην Ιερουσαλήμ, περνούσε μέσα από τη Σαμάρεια, και τη Γαλιλαία.
12Και ενώ έμπαινε σε κάποια κωμόπολη, τον συνάντησαν δέκα άνθρωποι λεπροί, οι οποίοι στάθηκαν από μακριά·
13κι αυτοί ύψωσαν φωνή, λέγοντας: Ιησού, επιστάτη, ελέησέ μας.
14Και όταν τους είδε είπε: Πηγαίνετε και δείξτε τον εαυτό σας στους ιερείς. Και ενώ πορεύονταν, καθαρίστηκαν.
15Ένας, όμως, απ' αυτούς, βλέποντας ότι γιατρεύτηκε, επέστρεψε με δυνατή φωνή δοξάζοντας τον Θεό.
16Και έπεσε με το πρόσωπο στα πόδια του, ευχαριστώντας τον· κι αυτός ήταν Σαμαρείτης.
17Και ο Ιησούς, αποκρινόμενος, είπε: Δεν καθαρίστηκαν οι δέκα; Οι δε εννιά πού [είναι];
18Δεν βρέθηκαν [άλλοι] να επιστρέψουν για να δοξάσουν τον Θεό, παρά μονάχα αυτός ο αλλογενής;
19Και του είπε: Αφού σηκωθείς, πήγαινε· η πίστη σου σε έσωσε.
Λουκάν 17:1-10
1Και στους μαθητές του είπε: Είναι αδύνατον να μη έρθουν τα σκάνδαλα· όμως, αλλοίμονο σ' εκείνον, διαμέσου τού οποίου έρχονται.
2Τον συμφέρει να κρεμάσει μια μυλόπετρα γύρω από τον τράχηλό του, και να ριχτεί στη θάλασσα, παρά να σκανδαλίσει έναν από τούτους τούς μικρούς.
3Προσέχετε στον εαυτό σας. Αν αμαρτήσει δε σε σένα ο αδελφός σου, επίπληξέ τον· και αν μετανοήσει, συγχώρεσέ τον.
4Και αν επτά φορές την ημέρα αμαρτήσει σε σένα, και επτά φορές την ημέρα επιστρέψει σε σένα, λέγοντας: Μετανοώ, θα τον συγχωρήσεις.
5Και οι απόστολοι είπαν στον Κύριο: Αύξησέ μας την πίστη.
6Και ο Κύριος είπε: Εάν είχατε πίστη σαν έναν κόκκο σιναπιού, θα λέγατε σε τούτη τη συκαμινιά: Ξεριζώσου και φυτέψου στη θάλασσα· και θα σας υπάκουε.
7Και ποιος από σας έχοντας έναν δούλο που οργώνει ή ποιμαίνει, αμέσως μόλις έρθει από το χωράφι, θα του πει: Πήγαινε, κάθησε να φας;
8Και δεν θα του πει: Ετοίμασε τι θα δειπνήσω, και αφού περιζωστείς, να με υπηρετείς, μέχρις ότου φάω και πιω, και ύστερα απ' αυτά θα φας και θα πιεις κι εσύ;
9Μήπως γνωρίζει χάρη σ' εκείνον τον δούλο, επειδή έκανε όλα όσα διατάχθηκαν σ' αυτόν; Δεν μου φαίνεται.
10Έτσι κι εσείς, όταν κάνετε όλα όσα σάς έχουν διαταχθεί, να λέτε: Είμαστε αχρείοι δούλοι· επειδή, κάναμε ό,τι χρωστούσαμε να κάνουμε.
Λουκάν 16:19-31
19Υπήρχε δε κάποιος άνθρωπος πλούσιος, και ντυνόταν [με] πορφύρα, και στολή από βύσσο, ευφραινόμενος καθημερινά με μεγαλοπρέπεια.
20Υπήρχε δε [και] ένας φτωχός, με το όνομα Λάζαρος, γεμάτος πληγές, τον [έβαζαν] έβαζαν κοντά στην πύλη του,
21και επιθυμούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα, που έπεφταν από το τραπέζι τού πλουσίου· αλλά, και τα σκυλιά, καθώς έρχονταν, έγλειφαν τις πληγές του.
22Πέθανε, όμως, ο φτωχός και φέρθηκε από τους αγγέλους στον κόλπο τού Αβραάμ. Πέθανε δε και ο πλούσιος και θάφτηκε.
23Και μέσα στον άδη, καθώς ύψωσε τα μάτια του, ενώ βρισκόταν μέσα σε βάσανα, βλέπει από μακριά τον Αβραάμ, και τον Λάζαρο στην αγκαλιά του·
24κι αυτός, αφού φώναξε, είπε: Πατέρα Αβραάμ, ελέησέ με, και στείλε τον Λάζαρο, για να βουτήξει την άκρη τού δαχτύλου του στο νερό, και να δροσίσει τη γλώσσα μου· επειδή, βασανίζομαι μέσα σε τούτη τη φλόγα.
25Και ο Αβραάμ είπε: Παιδί μου, θυμήσου ότι απόλαυσες τα αγαθά σου στη ζωή σου και ο Λάζαρος παρόμοια τα κακά· τώρα, αυτός μεν παρηγορείται, εσύ όμως βασανίζεσαι.
26Και εκτός όλων τούτων, ανάμεσα σε μας και σε σας είναι ένα μεγάλο χάσμα στηριγμένο, ώστε αυτοί που θέλουν να διαβούν από εδώ προς εσάς, να μη μπορούν, ούτε και οι από εκεί να διαπεράσουν προς εμάς.
27Και είπε: Σε παρακαλώ, λοιπόν, πατέρα, στείλ' τον στην οικογένεια του πατέρα μου·
28επειδή, έχω πέντε αδελφούς· για να δώσει μαρτυρία σ' αυτούς, ώστε να μη έρθουν κι αυτοί σε τούτο τον τόπο τού βασανισμού.
29Λέει σ' αυτόν ο Αβραάμ: Έχουν τον Μωυσή και τους προφήτες· ας ακούσουν αυτούς.
30Και εκείνος είπε: Όχι, πατέρα Αβραάμ· αλλά, αν κάποιος από τους νεκρούς πάει σ' αυτούς, θα μετανοήσουν.
31Είπε δε σ' αυτόν: Αν δεν ακούν τον Μωυσή και τους προφήτες, ούτε αν κάποιος αναστηθεί από τους νεκρούς θα πειστούν.

…άνθρωπος μη χωριζέτο (Ελληνικοί υπότιτλοι)

Διάφορες Γραφές

Λουκάν 17:11-19
11Και όταν αυτός πορευόταν στην Ιερουσαλήμ, περνούσε μέσα από τη Σαμάρεια, και τη Γαλιλαία.
12Και ενώ έμπαινε σε κάποια κωμόπολη, τον συνάντησαν δέκα άνθρωποι λεπροί, οι οποίοι στάθηκαν από μακριά·
13κι αυτοί ύψωσαν φωνή, λέγοντας: Ιησού, επιστάτη, ελέησέ μας.
14Και όταν τους είδε είπε: Πηγαίνετε και δείξτε τον εαυτό σας στους ιερείς. Και ενώ πορεύονταν, καθαρίστηκαν.
15Ένας, όμως, απ' αυτούς, βλέποντας ότι γιατρεύτηκε, επέστρεψε με δυνατή φωνή δοξάζοντας τον Θεό.
16Και έπεσε με το πρόσωπο στα πόδια του, ευχαριστώντας τον· κι αυτός ήταν Σαμαρείτης.
17Και ο Ιησούς, αποκρινόμενος, είπε: Δεν καθαρίστηκαν οι δέκα; Οι δε εννιά πού [είναι];
18Δεν βρέθηκαν [άλλοι] να επιστρέψουν για να δοξάσουν τον Θεό, παρά μονάχα αυτός ο αλλογενής;
19Και του είπε: Αφού σηκωθείς, πήγαινε· η πίστη σου σε έσωσε.
Λουκάν 17:1-10
1Και στους μαθητές του είπε: Είναι αδύνατον να μη έρθουν τα σκάνδαλα· όμως, αλλοίμονο σ' εκείνον, διαμέσου τού οποίου έρχονται.
2Τον συμφέρει να κρεμάσει μια μυλόπετρα γύρω από τον τράχηλό του, και να ριχτεί στη θάλασσα, παρά να σκανδαλίσει έναν από τούτους τούς μικρούς.
3Προσέχετε στον εαυτό σας. Αν αμαρτήσει δε σε σένα ο αδελφός σου, επίπληξέ τον· και αν μετανοήσει, συγχώρεσέ τον.
4Και αν επτά φορές την ημέρα αμαρτήσει σε σένα, και επτά φορές την ημέρα επιστρέψει σε σένα, λέγοντας: Μετανοώ, θα τον συγχωρήσεις.
5Και οι απόστολοι είπαν στον Κύριο: Αύξησέ μας την πίστη.
6Και ο Κύριος είπε: Εάν είχατε πίστη σαν έναν κόκκο σιναπιού, θα λέγατε σε τούτη τη συκαμινιά: Ξεριζώσου και φυτέψου στη θάλασσα· και θα σας υπάκουε.
7Και ποιος από σας έχοντας έναν δούλο που οργώνει ή ποιμαίνει, αμέσως μόλις έρθει από το χωράφι, θα του πει: Πήγαινε, κάθησε να φας;
8Και δεν θα του πει: Ετοίμασε τι θα δειπνήσω, και αφού περιζωστείς, να με υπηρετείς, μέχρις ότου φάω και πιω, και ύστερα απ' αυτά θα φας και θα πιεις κι εσύ;
9Μήπως γνωρίζει χάρη σ' εκείνον τον δούλο, επειδή έκανε όλα όσα διατάχθηκαν σ' αυτόν; Δεν μου φαίνεται.
10Έτσι κι εσείς, όταν κάνετε όλα όσα σάς έχουν διαταχθεί, να λέτε: Είμαστε αχρείοι δούλοι· επειδή, κάναμε ό,τι χρωστούσαμε να κάνουμε.
Λουκάν 16:19-31
19Υπήρχε δε κάποιος άνθρωπος πλούσιος, και ντυνόταν [με] πορφύρα, και στολή από βύσσο, ευφραινόμενος καθημερινά με μεγαλοπρέπεια.
20Υπήρχε δε [και] ένας φτωχός, με το όνομα Λάζαρος, γεμάτος πληγές, τον [έβαζαν] έβαζαν κοντά στην πύλη του,
21και επιθυμούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα, που έπεφταν από το τραπέζι τού πλουσίου· αλλά, και τα σκυλιά, καθώς έρχονταν, έγλειφαν τις πληγές του.
22Πέθανε, όμως, ο φτωχός και φέρθηκε από τους αγγέλους στον κόλπο τού Αβραάμ. Πέθανε δε και ο πλούσιος και θάφτηκε.
23Και μέσα στον άδη, καθώς ύψωσε τα μάτια του, ενώ βρισκόταν μέσα σε βάσανα, βλέπει από μακριά τον Αβραάμ, και τον Λάζαρο στην αγκαλιά του·
24κι αυτός, αφού φώναξε, είπε: Πατέρα Αβραάμ, ελέησέ με, και στείλε τον Λάζαρο, για να βουτήξει την άκρη τού δαχτύλου του στο νερό, και να δροσίσει τη γλώσσα μου· επειδή, βασανίζομαι μέσα σε τούτη τη φλόγα.
25Και ο Αβραάμ είπε: Παιδί μου, θυμήσου ότι απόλαυσες τα αγαθά σου στη ζωή σου και ο Λάζαρος παρόμοια τα κακά· τώρα, αυτός μεν παρηγορείται, εσύ όμως βασανίζεσαι.
26Και εκτός όλων τούτων, ανάμεσα σε μας και σε σας είναι ένα μεγάλο χάσμα στηριγμένο, ώστε αυτοί που θέλουν να διαβούν από εδώ προς εσάς, να μη μπορούν, ούτε και οι από εκεί να διαπεράσουν προς εμάς.
27Και είπε: Σε παρακαλώ, λοιπόν, πατέρα, στείλ' τον στην οικογένεια του πατέρα μου·
28επειδή, έχω πέντε αδελφούς· για να δώσει μαρτυρία σ' αυτούς, ώστε να μη έρθουν κι αυτοί σε τούτο τον τόπο τού βασανισμού.
29Λέει σ' αυτόν ο Αβραάμ: Έχουν τον Μωυσή και τους προφήτες· ας ακούσουν αυτούς.
30Και εκείνος είπε: Όχι, πατέρα Αβραάμ· αλλά, αν κάποιος από τους νεκρούς πάει σ' αυτούς, θα μετανοήσουν.
31Είπε δε σ' αυτόν: Αν δεν ακούν τον Μωυσή και τους προφήτες, ούτε αν κάποιος αναστηθεί από τους νεκρούς θα πειστούν.