Archives for September 2013

Προβλήματα Ελληνιστών και Εβραίων

Πράξεις 6:1-7

Πράξεις 6:1-7
1Και κατά τις ημέρες αυτές, όταν οι μαθητές πληθύνονταν, έγινε γογγυσμός των Ελληνιστών ενάντια στους Εβραίους, ότι οι χήρες τους παραβλέπονταν στην καθημερινή διακονία.
2Τότε, οι δώδεκα, αφού προσκάλεσαν το πλήθος των μαθητών, είπαν: Δεν είναι πρέπον να αφήσουμε εμείς τον λόγο τού Θεού, και να υπηρετούμε σε τραπέζια.
3Σκεφθείτε, λοιπόν, αδελφοί, [διαλέξτε] από σας επτά άνδρες, που έχουν καλή μαρτυρία, πλήρεις Αγίου Πνεύματος και σοφίας, τους οποίους ας τοποθετήσουμε γι' αυτή την ανάγκη.
4Ενώ εμείς θα μένουμε διαρκώς στην προσευχή και στη διακονία τού λόγου.
5Και ο λόγος άρεσε μπροστά σε ολόκληρο το πλήθος· και διάλεξαν τον Στέφανο, άνδρα πλήρη πίστης και Αγίου Πνεύματος, και τον Φίλιππο, και τον Πρόχορο, και τον Νικάνορα, και τον Τίμωνα, και τον Παρμενά, και τον Νικόλαο, έναν προσήλυτο από την Αντιόχεια·
6τους οποίους έστησαν μπροστά στους αποστόλους· και, αφού προσευχήθηκαν, έβαλαν επάνω τους τα χέρια.
7Και ο λόγος τού Θεού αύξανε, και ο αριθμός των μαθητών στην Ιερουσαλήμ πληθυνόταν υπερβολικά· και μεγάλο πλήθος από τους ιερείς υπάκουε στην πίστη.

Το Ασταμάτητο Ευαγγέλιο

Πράξεις 5:12-42

Πράξεις 6:1-7
1Και κατά τις ημέρες αυτές, όταν οι μαθητές πληθύνονταν, έγινε γογγυσμός των Ελληνιστών ενάντια στους Εβραίους, ότι οι χήρες τους παραβλέπονταν στην καθημερινή διακονία.
2Τότε, οι δώδεκα, αφού προσκάλεσαν το πλήθος των μαθητών, είπαν: Δεν είναι πρέπον να αφήσουμε εμείς τον λόγο τού Θεού, και να υπηρετούμε σε τραπέζια.
3Σκεφθείτε, λοιπόν, αδελφοί, [διαλέξτε] από σας επτά άνδρες, που έχουν καλή μαρτυρία, πλήρεις Αγίου Πνεύματος και σοφίας, τους οποίους ας τοποθετήσουμε γι' αυτή την ανάγκη.
4Ενώ εμείς θα μένουμε διαρκώς στην προσευχή και στη διακονία τού λόγου.
5Και ο λόγος άρεσε μπροστά σε ολόκληρο το πλήθος· και διάλεξαν τον Στέφανο, άνδρα πλήρη πίστης και Αγίου Πνεύματος, και τον Φίλιππο, και τον Πρόχορο, και τον Νικάνορα, και τον Τίμωνα, και τον Παρμενά, και τον Νικόλαο, έναν προσήλυτο από την Αντιόχεια·
6τους οποίους έστησαν μπροστά στους αποστόλους· και, αφού προσευχήθηκαν, έβαλαν επάνω τους τα χέρια.
7Και ο λόγος τού Θεού αύξανε, και ο αριθμός των μαθητών στην Ιερουσαλήμ πληθυνόταν υπερβολικά· και μεγάλο πλήθος από τους ιερείς υπάκουε στην πίστη.
Πράξεις 5:12-42
12Και πολλά σημεία και τέρατα γίνονταν μέσα στον λαό διαμέσου των χεριών των αποστόλων· και ήσαν όλοι ως μια ψυχή μέσα στη στοά τού Σολομώντα.
13Από δε τους υπόλοιπους δεν τολμούσε κανένας να προσκολληθεί σ' αυτούς· ο λαός, όμως, τους μεγάλυνε.
14Και [όλο και] περισσότερο προσθέτονταν αυτοί που πίστευαν στον Κύριο, πλήθη και ανδρών και γυναικών,
15ώστε έφερναν έξω στις πλατείες τούς ασθενείς, και τους έβαζαν σε κλίνες και κρεβάτια, για να επισκιάσει έστω κάποιον απ' αυτούς η σκιά τού Πέτρου, καθώς ερχόταν.
16Συγκεντρωνόταν δε και ένα πλήθος από τις πόλεις γύρω από την Ιερουσαλήμ, φέρνοντας ασθενείς και εκείνους που ενοχλούνταν από ακάθαρτα πνεύματα· οι οποίοι όλοι θεραπεύονταν.
17Κι αφού σηκώθηκε ο αρχιερέας και όλοι όσοι ήσαν μαζί του, οι οποίοι ήσαν η αίρεση των Σαδδουκαίων, γέμισαν από ζηλοτυπία·
18και έβαλαν τα χέρια τους επάνω στους αποστόλους, και τους έβαλαν σε δημόσια φυλακή.
19Όμως, άγγελος του Κυρίου κατά τη νύχτα άνοιξε τις θύρες τής φυλακής, και αφού τους έβγαλε έξω, είπε:
20Πηγαίνετε, και καθώς θα σταθείτε, μιλάτε προς τον λαό μέσα στο ιερό όλα τα λόγια αυτής τής ζωής.
21Όταν δε [το] άκουσαν, μπήκαν την αυγή στο ιερό, και δίδασκαν. Και καθώς ήρθε ο αρχιερέας, και εκείνοι που ήσαν μαζί του, συγκάλεσαν το συνέδριο και ολόκληρη τη γερουσία των γιων τού Ισραήλ, και έστειλαν στο δεσμωτήριο, για να τους φέρουν.
22Όταν δε οι υπηρέτες ήρθαν, δεν τους βρήκαν στη φυλακή· και αφού επέστρεψαν, ανήγγειλαν,
23λέγοντας ότι: Το μεν δεσμωτήριο [το] βρήκαμε κλεισμένο με κάθε ασφάλεια, και τους φύλακες να στέκονται έξω, μπροστά από τις θύρες· ανοίγοντας, όμως, δεν βρήκαμε μέσα κανέναν.
24Και καθώς άκουσαν αυτά [τα] λόγια και ο ιερέας και ο στρατηγός τού ιερού και οι αρχιερείς, ήσαν σε απορία γι' αυτούς, σε τι επρόκειτο αυτό να καταλήξει.
25Και καθώς ήρθε κάποιος ανήγγειλε σ' αυτούς, λέγοντας, ότι: Δέστε, οι άνθρωποι, που τους είχατε βάλει στη φυλακή, στέκονται μέσα στο ιερό και διδάσκουν τον λαό.
26Τότε, πήγε ο στρατηγός μαζί με τους υπηρέτες, και τους έφερε, όχι με βία· επειδή, φοβόνταν τον λαό να μη λιθοβοληθούν.
27Και όταν τους έφεραν, τους έστησαν μέσα στο συνέδριο· και ο αρχιερέας τούς ρώτησε,
28λέγοντας: Δεν σας παραγγείλαμε ρητά να μη διδάσκετε σε τούτο το όνομα; Και δέστε, γεμίσατε την Ιερουσαλήμ από τη διδασκαλία σας, και θέλετε να φέρετε επάνω μας το αίμα αυτού τού ανθρώπου.
29Και αποκρινόμενος ο Πέτρος και οι απόστολοι, είπαν: Πρέπει να πειθαρχούμε στον Θεό μάλλον παρά στους ανθρώπους.
30Ο Θεός των πατέρων μας ανέστησε τον Ιησού, που εσείς θανατώσατε, αφού τον κρεμάσατε επάνω σε ξύλο.
31Αυτόν, ο Θεός τον ύψωσε με το δεξί του [χέρι], αρχηγό και σωτήρα, για να δώσει μετάνοια στον Ισραήλ και άφεση αμαρτιών.
32Και εμείς είμαστε μάρτυρές του για τούτα τα λόγια, κι ακόμα το Άγιο Πνεύμα, που ο Θεός έδωσε σε όσους πειθαρχούν σ' αυτόν.
33Και εκείνοι ακούγοντας έτριζαν τα δόντια, και ήθελαν να τους θανατώσουν.
34Και κάποιος Φαρισαίος, με το όνομα Γαμαλιήλ, δάσκαλος του νόμου, που τον τιμούσε ολόκληρος ο λαός, καθώς σηκώθηκε στο συνέδριο, πρόσταξε να βγάλουν έξω για λίγη ώρα τους αποστόλους,
35και είπε σ' αυτούς: Άνδρες Ισραηλίτες, προσέχετε στον εαυτό σας για τούτους τούς ανθρώπους, τι πρόκειται να κάνετε.
36Επειδή, πριν από τις ημέρες αυτές, σηκώθηκε ο Θευδάς, λέγοντας τον εαυτό του ότι είναι κάποιος [μεγάλος], στον οποίο προσκολλήθηκε ένας αριθμός από άνδρες μέχρι 400· ο οποίος φονεύθηκε, [και] όλοι όσοι πείθονταν σ' αυτόν διαλύθηκαν, και κατάντησαν σε ένα τίποτε.
37Ύστερα απ' αυτόν, σηκώθηκε ο Ιούδας ο Γαλιλαίος, κατά τις ημέρες τής απογραφής, και έσυρε πίσω του αρκετόν λαό· και εκείνος απολέστηκε, και όλοι όσοι πείθονταν σ' αυτόν διασκορπίστηκαν.
38Και τώρα σας λέω, να απέχετε από τους ανθρώπους αυτούς, και να τους αφήσετε· επειδή, αν η βουλή αυτή ή το έργο τούτο είναι από ανθρώπους, θα ματαιωθεί·
39αν, όμως, είναι από τον Θεό, δεν μπορείτε να το ματαιώσετε, [και προσέχετε] μη βρεθείτε και θεομάχοι.
40Και πείστηκαν σ' αυτόν· και αφού προσκάλεσαν τους αποστόλους, τους έδειραν και τους παρήγγειλαν να μη μιλούν στο όνομα του Ιησού, και τους απέλυσαν.
41Εκείνοι, λοιπόν, αναχωρούσαν μπροστά από το συνέδριο με χαρά, επειδή χάρη τού ονόματός του αξιώθηκαν να ατιμαστούν.
42Και καθημερινά, μέσα στο ιερό και κατ' οίκον, δεν έπαυαν να διδάσκουν και να ευαγγελίζονται τον Ιησού Χριστό.

Πεθαίνοντας στον Οίκο του Θεού

Πράξεις 4:32-5:11

Πράξεις 6:1-7
1Και κατά τις ημέρες αυτές, όταν οι μαθητές πληθύνονταν, έγινε γογγυσμός των Ελληνιστών ενάντια στους Εβραίους, ότι οι χήρες τους παραβλέπονταν στην καθημερινή διακονία.
2Τότε, οι δώδεκα, αφού προσκάλεσαν το πλήθος των μαθητών, είπαν: Δεν είναι πρέπον να αφήσουμε εμείς τον λόγο τού Θεού, και να υπηρετούμε σε τραπέζια.
3Σκεφθείτε, λοιπόν, αδελφοί, [διαλέξτε] από σας επτά άνδρες, που έχουν καλή μαρτυρία, πλήρεις Αγίου Πνεύματος και σοφίας, τους οποίους ας τοποθετήσουμε γι' αυτή την ανάγκη.
4Ενώ εμείς θα μένουμε διαρκώς στην προσευχή και στη διακονία τού λόγου.
5Και ο λόγος άρεσε μπροστά σε ολόκληρο το πλήθος· και διάλεξαν τον Στέφανο, άνδρα πλήρη πίστης και Αγίου Πνεύματος, και τον Φίλιππο, και τον Πρόχορο, και τον Νικάνορα, και τον Τίμωνα, και τον Παρμενά, και τον Νικόλαο, έναν προσήλυτο από την Αντιόχεια·
6τους οποίους έστησαν μπροστά στους αποστόλους· και, αφού προσευχήθηκαν, έβαλαν επάνω τους τα χέρια.
7Και ο λόγος τού Θεού αύξανε, και ο αριθμός των μαθητών στην Ιερουσαλήμ πληθυνόταν υπερβολικά· και μεγάλο πλήθος από τους ιερείς υπάκουε στην πίστη.
Πράξεις 5:12-42
12Και πολλά σημεία και τέρατα γίνονταν μέσα στον λαό διαμέσου των χεριών των αποστόλων· και ήσαν όλοι ως μια ψυχή μέσα στη στοά τού Σολομώντα.
13Από δε τους υπόλοιπους δεν τολμούσε κανένας να προσκολληθεί σ' αυτούς· ο λαός, όμως, τους μεγάλυνε.
14Και [όλο και] περισσότερο προσθέτονταν αυτοί που πίστευαν στον Κύριο, πλήθη και ανδρών και γυναικών,
15ώστε έφερναν έξω στις πλατείες τούς ασθενείς, και τους έβαζαν σε κλίνες και κρεβάτια, για να επισκιάσει έστω κάποιον απ' αυτούς η σκιά τού Πέτρου, καθώς ερχόταν.
16Συγκεντρωνόταν δε και ένα πλήθος από τις πόλεις γύρω από την Ιερουσαλήμ, φέρνοντας ασθενείς και εκείνους που ενοχλούνταν από ακάθαρτα πνεύματα· οι οποίοι όλοι θεραπεύονταν.
17Κι αφού σηκώθηκε ο αρχιερέας και όλοι όσοι ήσαν μαζί του, οι οποίοι ήσαν η αίρεση των Σαδδουκαίων, γέμισαν από ζηλοτυπία·
18και έβαλαν τα χέρια τους επάνω στους αποστόλους, και τους έβαλαν σε δημόσια φυλακή.
19Όμως, άγγελος του Κυρίου κατά τη νύχτα άνοιξε τις θύρες τής φυλακής, και αφού τους έβγαλε έξω, είπε:
20Πηγαίνετε, και καθώς θα σταθείτε, μιλάτε προς τον λαό μέσα στο ιερό όλα τα λόγια αυτής τής ζωής.
21Όταν δε [το] άκουσαν, μπήκαν την αυγή στο ιερό, και δίδασκαν. Και καθώς ήρθε ο αρχιερέας, και εκείνοι που ήσαν μαζί του, συγκάλεσαν το συνέδριο και ολόκληρη τη γερουσία των γιων τού Ισραήλ, και έστειλαν στο δεσμωτήριο, για να τους φέρουν.
22Όταν δε οι υπηρέτες ήρθαν, δεν τους βρήκαν στη φυλακή· και αφού επέστρεψαν, ανήγγειλαν,
23λέγοντας ότι: Το μεν δεσμωτήριο [το] βρήκαμε κλεισμένο με κάθε ασφάλεια, και τους φύλακες να στέκονται έξω, μπροστά από τις θύρες· ανοίγοντας, όμως, δεν βρήκαμε μέσα κανέναν.
24Και καθώς άκουσαν αυτά [τα] λόγια και ο ιερέας και ο στρατηγός τού ιερού και οι αρχιερείς, ήσαν σε απορία γι' αυτούς, σε τι επρόκειτο αυτό να καταλήξει.
25Και καθώς ήρθε κάποιος ανήγγειλε σ' αυτούς, λέγοντας, ότι: Δέστε, οι άνθρωποι, που τους είχατε βάλει στη φυλακή, στέκονται μέσα στο ιερό και διδάσκουν τον λαό.
26Τότε, πήγε ο στρατηγός μαζί με τους υπηρέτες, και τους έφερε, όχι με βία· επειδή, φοβόνταν τον λαό να μη λιθοβοληθούν.
27Και όταν τους έφεραν, τους έστησαν μέσα στο συνέδριο· και ο αρχιερέας τούς ρώτησε,
28λέγοντας: Δεν σας παραγγείλαμε ρητά να μη διδάσκετε σε τούτο το όνομα; Και δέστε, γεμίσατε την Ιερουσαλήμ από τη διδασκαλία σας, και θέλετε να φέρετε επάνω μας το αίμα αυτού τού ανθρώπου.
29Και αποκρινόμενος ο Πέτρος και οι απόστολοι, είπαν: Πρέπει να πειθαρχούμε στον Θεό μάλλον παρά στους ανθρώπους.
30Ο Θεός των πατέρων μας ανέστησε τον Ιησού, που εσείς θανατώσατε, αφού τον κρεμάσατε επάνω σε ξύλο.
31Αυτόν, ο Θεός τον ύψωσε με το δεξί του [χέρι], αρχηγό και σωτήρα, για να δώσει μετάνοια στον Ισραήλ και άφεση αμαρτιών.
32Και εμείς είμαστε μάρτυρές του για τούτα τα λόγια, κι ακόμα το Άγιο Πνεύμα, που ο Θεός έδωσε σε όσους πειθαρχούν σ' αυτόν.
33Και εκείνοι ακούγοντας έτριζαν τα δόντια, και ήθελαν να τους θανατώσουν.
34Και κάποιος Φαρισαίος, με το όνομα Γαμαλιήλ, δάσκαλος του νόμου, που τον τιμούσε ολόκληρος ο λαός, καθώς σηκώθηκε στο συνέδριο, πρόσταξε να βγάλουν έξω για λίγη ώρα τους αποστόλους,
35και είπε σ' αυτούς: Άνδρες Ισραηλίτες, προσέχετε στον εαυτό σας για τούτους τούς ανθρώπους, τι πρόκειται να κάνετε.
36Επειδή, πριν από τις ημέρες αυτές, σηκώθηκε ο Θευδάς, λέγοντας τον εαυτό του ότι είναι κάποιος [μεγάλος], στον οποίο προσκολλήθηκε ένας αριθμός από άνδρες μέχρι 400· ο οποίος φονεύθηκε, [και] όλοι όσοι πείθονταν σ' αυτόν διαλύθηκαν, και κατάντησαν σε ένα τίποτε.
37Ύστερα απ' αυτόν, σηκώθηκε ο Ιούδας ο Γαλιλαίος, κατά τις ημέρες τής απογραφής, και έσυρε πίσω του αρκετόν λαό· και εκείνος απολέστηκε, και όλοι όσοι πείθονταν σ' αυτόν διασκορπίστηκαν.
38Και τώρα σας λέω, να απέχετε από τους ανθρώπους αυτούς, και να τους αφήσετε· επειδή, αν η βουλή αυτή ή το έργο τούτο είναι από ανθρώπους, θα ματαιωθεί·
39αν, όμως, είναι από τον Θεό, δεν μπορείτε να το ματαιώσετε, [και προσέχετε] μη βρεθείτε και θεομάχοι.
40Και πείστηκαν σ' αυτόν· και αφού προσκάλεσαν τους αποστόλους, τους έδειραν και τους παρήγγειλαν να μη μιλούν στο όνομα του Ιησού, και τους απέλυσαν.
41Εκείνοι, λοιπόν, αναχωρούσαν μπροστά από το συνέδριο με χαρά, επειδή χάρη τού ονόματός του αξιώθηκαν να ατιμαστούν.
42Και καθημερινά, μέσα στο ιερό και κατ' οίκον, δεν έπαυαν να διδάσκουν και να ευαγγελίζονται τον Ιησού Χριστό.

Προσευχή σε έναν παντοδύναμο Θεό

Πράξεις 4:23-31

Πράξεις 6:1-7
1Και κατά τις ημέρες αυτές, όταν οι μαθητές πληθύνονταν, έγινε γογγυσμός των Ελληνιστών ενάντια στους Εβραίους, ότι οι χήρες τους παραβλέπονταν στην καθημερινή διακονία.
2Τότε, οι δώδεκα, αφού προσκάλεσαν το πλήθος των μαθητών, είπαν: Δεν είναι πρέπον να αφήσουμε εμείς τον λόγο τού Θεού, και να υπηρετούμε σε τραπέζια.
3Σκεφθείτε, λοιπόν, αδελφοί, [διαλέξτε] από σας επτά άνδρες, που έχουν καλή μαρτυρία, πλήρεις Αγίου Πνεύματος και σοφίας, τους οποίους ας τοποθετήσουμε γι' αυτή την ανάγκη.
4Ενώ εμείς θα μένουμε διαρκώς στην προσευχή και στη διακονία τού λόγου.
5Και ο λόγος άρεσε μπροστά σε ολόκληρο το πλήθος· και διάλεξαν τον Στέφανο, άνδρα πλήρη πίστης και Αγίου Πνεύματος, και τον Φίλιππο, και τον Πρόχορο, και τον Νικάνορα, και τον Τίμωνα, και τον Παρμενά, και τον Νικόλαο, έναν προσήλυτο από την Αντιόχεια·
6τους οποίους έστησαν μπροστά στους αποστόλους· και, αφού προσευχήθηκαν, έβαλαν επάνω τους τα χέρια.
7Και ο λόγος τού Θεού αύξανε, και ο αριθμός των μαθητών στην Ιερουσαλήμ πληθυνόταν υπερβολικά· και μεγάλο πλήθος από τους ιερείς υπάκουε στην πίστη.
Πράξεις 5:12-42
12Και πολλά σημεία και τέρατα γίνονταν μέσα στον λαό διαμέσου των χεριών των αποστόλων· και ήσαν όλοι ως μια ψυχή μέσα στη στοά τού Σολομώντα.
13Από δε τους υπόλοιπους δεν τολμούσε κανένας να προσκολληθεί σ' αυτούς· ο λαός, όμως, τους μεγάλυνε.
14Και [όλο και] περισσότερο προσθέτονταν αυτοί που πίστευαν στον Κύριο, πλήθη και ανδρών και γυναικών,
15ώστε έφερναν έξω στις πλατείες τούς ασθενείς, και τους έβαζαν σε κλίνες και κρεβάτια, για να επισκιάσει έστω κάποιον απ' αυτούς η σκιά τού Πέτρου, καθώς ερχόταν.
16Συγκεντρωνόταν δε και ένα πλήθος από τις πόλεις γύρω από την Ιερουσαλήμ, φέρνοντας ασθενείς και εκείνους που ενοχλούνταν από ακάθαρτα πνεύματα· οι οποίοι όλοι θεραπεύονταν.
17Κι αφού σηκώθηκε ο αρχιερέας και όλοι όσοι ήσαν μαζί του, οι οποίοι ήσαν η αίρεση των Σαδδουκαίων, γέμισαν από ζηλοτυπία·
18και έβαλαν τα χέρια τους επάνω στους αποστόλους, και τους έβαλαν σε δημόσια φυλακή.
19Όμως, άγγελος του Κυρίου κατά τη νύχτα άνοιξε τις θύρες τής φυλακής, και αφού τους έβγαλε έξω, είπε:
20Πηγαίνετε, και καθώς θα σταθείτε, μιλάτε προς τον λαό μέσα στο ιερό όλα τα λόγια αυτής τής ζωής.
21Όταν δε [το] άκουσαν, μπήκαν την αυγή στο ιερό, και δίδασκαν. Και καθώς ήρθε ο αρχιερέας, και εκείνοι που ήσαν μαζί του, συγκάλεσαν το συνέδριο και ολόκληρη τη γερουσία των γιων τού Ισραήλ, και έστειλαν στο δεσμωτήριο, για να τους φέρουν.
22Όταν δε οι υπηρέτες ήρθαν, δεν τους βρήκαν στη φυλακή· και αφού επέστρεψαν, ανήγγειλαν,
23λέγοντας ότι: Το μεν δεσμωτήριο [το] βρήκαμε κλεισμένο με κάθε ασφάλεια, και τους φύλακες να στέκονται έξω, μπροστά από τις θύρες· ανοίγοντας, όμως, δεν βρήκαμε μέσα κανέναν.
24Και καθώς άκουσαν αυτά [τα] λόγια και ο ιερέας και ο στρατηγός τού ιερού και οι αρχιερείς, ήσαν σε απορία γι' αυτούς, σε τι επρόκειτο αυτό να καταλήξει.
25Και καθώς ήρθε κάποιος ανήγγειλε σ' αυτούς, λέγοντας, ότι: Δέστε, οι άνθρωποι, που τους είχατε βάλει στη φυλακή, στέκονται μέσα στο ιερό και διδάσκουν τον λαό.
26Τότε, πήγε ο στρατηγός μαζί με τους υπηρέτες, και τους έφερε, όχι με βία· επειδή, φοβόνταν τον λαό να μη λιθοβοληθούν.
27Και όταν τους έφεραν, τους έστησαν μέσα στο συνέδριο· και ο αρχιερέας τούς ρώτησε,
28λέγοντας: Δεν σας παραγγείλαμε ρητά να μη διδάσκετε σε τούτο το όνομα; Και δέστε, γεμίσατε την Ιερουσαλήμ από τη διδασκαλία σας, και θέλετε να φέρετε επάνω μας το αίμα αυτού τού ανθρώπου.
29Και αποκρινόμενος ο Πέτρος και οι απόστολοι, είπαν: Πρέπει να πειθαρχούμε στον Θεό μάλλον παρά στους ανθρώπους.
30Ο Θεός των πατέρων μας ανέστησε τον Ιησού, που εσείς θανατώσατε, αφού τον κρεμάσατε επάνω σε ξύλο.
31Αυτόν, ο Θεός τον ύψωσε με το δεξί του [χέρι], αρχηγό και σωτήρα, για να δώσει μετάνοια στον Ισραήλ και άφεση αμαρτιών.
32Και εμείς είμαστε μάρτυρές του για τούτα τα λόγια, κι ακόμα το Άγιο Πνεύμα, που ο Θεός έδωσε σε όσους πειθαρχούν σ' αυτόν.
33Και εκείνοι ακούγοντας έτριζαν τα δόντια, και ήθελαν να τους θανατώσουν.
34Και κάποιος Φαρισαίος, με το όνομα Γαμαλιήλ, δάσκαλος του νόμου, που τον τιμούσε ολόκληρος ο λαός, καθώς σηκώθηκε στο συνέδριο, πρόσταξε να βγάλουν έξω για λίγη ώρα τους αποστόλους,
35και είπε σ' αυτούς: Άνδρες Ισραηλίτες, προσέχετε στον εαυτό σας για τούτους τούς ανθρώπους, τι πρόκειται να κάνετε.
36Επειδή, πριν από τις ημέρες αυτές, σηκώθηκε ο Θευδάς, λέγοντας τον εαυτό του ότι είναι κάποιος [μεγάλος], στον οποίο προσκολλήθηκε ένας αριθμός από άνδρες μέχρι 400· ο οποίος φονεύθηκε, [και] όλοι όσοι πείθονταν σ' αυτόν διαλύθηκαν, και κατάντησαν σε ένα τίποτε.
37Ύστερα απ' αυτόν, σηκώθηκε ο Ιούδας ο Γαλιλαίος, κατά τις ημέρες τής απογραφής, και έσυρε πίσω του αρκετόν λαό· και εκείνος απολέστηκε, και όλοι όσοι πείθονταν σ' αυτόν διασκορπίστηκαν.
38Και τώρα σας λέω, να απέχετε από τους ανθρώπους αυτούς, και να τους αφήσετε· επειδή, αν η βουλή αυτή ή το έργο τούτο είναι από ανθρώπους, θα ματαιωθεί·
39αν, όμως, είναι από τον Θεό, δεν μπορείτε να το ματαιώσετε, [και προσέχετε] μη βρεθείτε και θεομάχοι.
40Και πείστηκαν σ' αυτόν· και αφού προσκάλεσαν τους αποστόλους, τους έδειραν και τους παρήγγειλαν να μη μιλούν στο όνομα του Ιησού, και τους απέλυσαν.
41Εκείνοι, λοιπόν, αναχωρούσαν μπροστά από το συνέδριο με χαρά, επειδή χάρη τού ονόματός του αξιώθηκαν να ατιμαστούν.
42Και καθημερινά, μέσα στο ιερό και κατ' οίκον, δεν έπαυαν να διδάσκουν και να ευαγγελίζονται τον Ιησού Χριστό.
Πράξεις 4:23-31
23Και αφού απολύθηκαν, ήρθαν στους οικείους, και ανήγγειλαν όσα τούς είπαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι.
24Και εκείνοι, καθώς τα άκουσαν, ύψωσαν τη φωνή τους προς τον Θεό ως μια ψυχή, και είπαν: Δέσποτα, εσύ [είσαι] ο Θεός, που έκανες τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα, και όλα όσα είναι μέσα σ'αυτά·
25ο οποίος είπες με το στόμα τού Δαβίδ τού δούλου σου: «Γιατί φρύαξαν τα έθνη, και οι λαοί μελέτησαν μάταια;
26Παραστάθηκαν οι βασιλιάδες τής γης, και οι άρχοντες συγκεντρώθηκαν μαζί ενάντια στον Κύριο, και ενάντια στον Χριστό του».
27Επειδή, στ' αλήθεια, συγκεντρώθηκαν ενάντια στον άγιο παίδα σου, τον Ιησού -αυτόν που έχρισες- και ο Ηρώδης, και ο Πόντιος Πιλάτος, μαζί με τα έθνη και τους λαούς τού Ισραήλ,
28για να κάνουν όσα το χέρι σου και η βουλή σου προόρισε να γίνουν.
29Και τώρα, Κύριε, δες στις απειλές τους, και δώσε στους δούλους σου να μιλούν τον λόγο σου με κάθε παρρησία,
30εκτείνοντας το χέρι σου σε θεραπεία, και σημεία και τέρατα που να γίνονται διαμέσου τού ονόματος του αγίου παιδός σου, του Ιησού.
31Ύστερα δε από τη δέησή τους, σείστηκε ο τόπος όπου ήσαν συγκεντρωμένοι· και όλοι έγιναν πλήρεις από [το] Άγιο Πνεύμα, και μιλούσαν τον λόγο τού Θεού με παρρησία.